φιλιστίων

φιλιστίων
φιλίστιον
cleavers
neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Φιλιστίων — masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φιλιστίων — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Έλληνας γιατρός από τη Λοκρίδα, η δράση του οποίου σημειώθηκε τον 4o αι. π.Χ. Γνωρίστηκε στην αυλή του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου του Πρεσβύτερου με τον Πλάτωνα και ανήκε στην ιατρική σχολή που είχε ιδρύσει ο… …   Dictionary of Greek

  • Φιλίστιον — Φιλιστίων masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ФИЛИСТИОН —    • Philistĭon,          Φιλιστίων,        1. греческий сочинитель мимов из Вифинии, жил при Августе, по другим, при Тиберии. Он пользовался большою славою, как поэт и мимический актер, о чем свидетельствуют многие места у древних писателей;… …   Реальный словарь классических древностей

  • φιλιστιώνειος — ον, Μ [Φιλιστίων, ωνος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Φιλιστίωνα, αρχαίο Έλληνα μιμογράφο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”